Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 2 Απριλίου 2011

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ "ΑΠΕΙΘΑΡΧΕΙΑ" ΣΤΟ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΓΚΟΥΛΑΓΚ.


Τι σήμαινε «απειθαρχία»;... Να τι συνέβη με τον Κοζίρεφ (όλες οι περιγραφές των κρατητηρίων και των συνθηκών που επικρατούσαν σ' αυτά συμπίπτουν τόσο πολύ, ώστε φαίνεται καθαρά ότι επρόκειτο για γενικό καθεστώς). Επειδή περπατούσε μέσα στο κελί, τον έστειλαν για πέντε μέρες στο κρατητήριο. Είναι φθινόπωρο, το κρατητήριο δεν θερμαίνεται, κάνει φοβερό κρύο. Τον γδύνουν, αφήνοντάς τον μόνο με τα εσώρουχα, και του βγάζουν τα παπούτσια. Το δάπεδο είναι χωμάτινο, γεμάτο σκόνη (υπάρχει και νερουλή λάσπη, στη φυλακή του Καζάν υπήρχε και νερό). Ο Κοζίρεφ έχει ένα σκαμνί (η Γκίνζμπουργκ δεν είχε).

Έβγαλε αμέσως το συμπέρασμα πως θα πεθάνει από το κρύο. Μα σιγά – σιγά άρχισε να βγαίνει από μέσα του μία μυστηριώδης εσωτερική θερμότητα, που τον έσωσε. Έμαθε να κοιμάται καθισμένος στο σκαμνί. Τρεις φορές τη μέρα του έδιναν από ένα κύπελλο βραστό νερό, που τον μεθούσε. Μέσα στη μερίδα του το ψωμί (τριακόσια γραμμάρια) ένας δεσμοφύλακας κατάφερε να χώση κρυφά ένα κομματάκι ζάχαρη. Ο Κοζίρεφ μετρούσε τον χρόνο από την τροφή που του έφερναν και παρακολουθώντας μια λεπτή ακτίνα φως που έμπαινε από τον φεγγίτη, ο οποίος έβλεπε στον λαβύρινθο του διαδρόμου. Τέλειωσαν επιτέλους τα πέντε μερόνυχτα, μα δεν τον έβγαλαν από το κρατητήριο. Με την οξυμένη ακοή του, ξεχωρίζει ψιθύρους στον διάδρομο – κάτι λένε για έκτη μέρα, ή για έξι μέρες. Αυτή λοιπόν ήταν η πρόκληση: περίμεναν να διαμαρτυρηθεί, να πει πως οι πέντε μέρες τελείωσαν, πως έπρεπε να τον βγάλουν από το κρατητήριο, πράγμα που θα τους έδινε αφορμή να παρατείνουν την παραμονή του εκεί μέσα για απειθαρχία. Αλλά εκείνος έμεινε σιωπηλός, υποταγμένος, ακόμα ένα εικοσιτετράωρο και τότε τον έβγαλαν από το κρατητήριο σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. (Μήπως ο διευθυντής της φυλακής τους δοκίμαζε έτσι όλους με τη σειρά;

Το κρατητήριο είναι για εκείνους που δεν έχουν υποταχτεί ακόμα.) Μετά το κρατητήριο, το κελί του φάνηκε παλάτι. Ύστερα από αυτή την περιπέτεια ο Κοζίρεφ έχασε την ακοή του για μισό χρόνο και άρχισε να βγάζει αποστήματα στον λαιμό. Ο σύντροφός του στο κελί, από τις συχνές παραμονές του στο κρατητήριο τρελάθηκε και πάνω από ένα χρόνο ο Κοζίρεφ έμενε μαζί μ' έναν τρελό. (Η Ναντέζντα Σουρόβτσεβα θυμάται πολλές περιπτώσεις τρέλας στα. «απομονωτήρια»• μόνο αυτή θυμάται περισσότερες τέτοιες περιπτώσεις από όσες μέτρησε ο Νοβορούσσκι μελετώντας τα αρχεία του Σλίσσελμπουργκ.)

Άραγε ο αναγνώστης έχει την εντύπωση πως ανεβήκαμε σιγά – σιγά στην κορυφή του δεύτερου κέρατου, και πως αυτό είναι ψηλότερο και πιο μυτερό από το πρώτο;
Μα οι γνώμες διχάζονται. Οι παλιοί τρόφιμοι των στρατοπέδων πιστεύουν ομόφωνα πως η Φυλακή Ειδικού Προορισμού του Βλαντίμιρ στη δεκαετία του 1950 ήταν σωστό αναπαυτήριο. Έτσι τη βρήκε ο Βλαντίμιρ Μπορίσοβιτς Ζελντόβιτς, που τον έστειλαν εκεί από το στρατόπεδο του Αμπέζ, και η Άννα Πετρόβνα Σκριπνίκοβα, που έφτασε εκεί (1956) από το στρατόπεδο του Κεμέροβο. Τη Σκριπνίκοβα την εντυπωσίασε ιδιαίτερα το γεγονός πως μπορούσαν να στέλνουν κανονικά, κάθε δέκα μέρες, αιτήσεις (εκείνη άρχισε να γράφει... στον ΟΗΕ) καθώς και η εξαιρετική βιβλιοθήκη της φυλακής, που είχε και ξενόγλωσσα βιβλία: σου έφερναν έναν πλήρη κατάλογο στο κελί και έκανες παραγγελίες για όλο τον χρόνο.

Ας μην ξεχνάνε και την ευκαμψία του Νόμου μας: χιλιάδες γυναίκες («σύζυγοι») καταδικάστηκαν σε φυλάκιση. Μα ξαφνικά αντήχησε ένα σφύριγμα: Εμπρός, όλες στα στρατόπεδα! (Στον Κολύμα δεν υπήρχαν αρκετά χέρια για να πλένουν το χρυσάφι!) Και τις έστελναν όλες στα στρατόπεδα. Χωρίς δίκη.
Υπήρχαν άραγε ακόμα φυλακές; Ή ήταν μόνο ο προθάλαμος των στρατοπέδων;
***
Από αυτό το σημείο, μόνο από αυτό, θα έπρεπε να αρχίζη τούτο το κεφάλαιο, θα έπρεπε να εξετάσουμε το τρεμουλιαστό φως που, σιγά– σιγά, σαν φωτοστέφανο αγίου, αρχίζει να εκπέμπεται από την ψυχή του απομονωμένου κρατουμένου. Αποσπασμένος από τον θόρυβο της καθημερινής ζωής, τόσο απόλυτα ώστε ακόμα και το μέτρημα των λεπτών που περνούν του δίνει τη δυνατότητα να επικοινωνεί εσώτερα με το Σύμπαν, ο απομονωμένος κρατούμενος πρέπει να καθαριστεί από όλες τις ατέλειες που βασάνιζαν την προηγούμενη ζωή του και δεν τον άφηναν να φτάσει στη διαφάνεια. Πόσο ευγενικά απλώνονται τα δάχτυλά του για να πασπατέψουν και να θρυμματίσουν τους σβώλους γης του λαχανόκηπου (αλλά ... πιάνουν το τσιμέντο!...)


Πώς στρέφει αυθόρμητα το κεφάλι του προς τον Αιώνιο Ουρανό (αλλά ... αυτό απαγορεύεται!...) Με πόση συγκίνηση και προσοχή παρακολουθεί ένα πουλάκι που χοροπηδάει στο περβάζι του παράθυρου (αλλά ... υπάρχει το φίμωτρο, και το καφάσι, και ο φεγγίτης είναι κλειδωμένος!...) Πόσο καθαρές είναι οι σκέψεις του και πόσο καταπληκτικά τα συμπεράσματα που σημειώνει πάνω στο χαρτί που του δίνουν (αλλά ... αν μπορέσει να πάρει χαρτί από την καντίνα, και αφού το γεμίσει με τα γραφτά του, το παραδίνει για πάντα στη διεύθυνση της φυλακής ...)
Μας μπερδεύουν όμως οι γκρινιάρικες παραδρομές μας. Το σχέδιο του κεφαλαίου ξεχαρβαλώνεται και καταρρέει, και δεν ξέρουμε πια αν στη φυλακή νέου τύπου, στη Φυλακή Ειδικού (ποιου όμως;) Προορισμού εξαγνίζεται ή χάνεται οριστικά η ψυχή του κρατουμένου.



Αν το πρώτο πράγμα που βλέπεις κάθε πρωί είναι τα μάτια του συντρόφου σου στο κελί, που τρελάθηκε, πως μπορείς να βρεις τη σωτηρία σου στη μέρα που έρχεται; Ο Νικολάι Αλεξάντροβιτς Κοζίρεφ, που η λαμπρή σταδιοδρομία του σαν αστρονόμου διακόπηκε από τη σύλληψή του, χρωστάει τη σωτηρία του μόνο στις σκέψεις για το αιώνιο και το άπειρο: για την τάξη του Σύμπαντος και το ανώτερο Πνεύμα του, για τα άστρα, για την εσωτερική τους σύσταση, για το τι είναι Χρόνος και για την πορεία του Χρόνου.


Έτσι άρχισε να αποκαλύπτεται μπροστά του ένας καινούργιος τομέας της φυσικής. Κι αυτό ακριβώς του έδωσε τη δυνατότητα να επιζήσει στη φυλακή του Ντμίτρωφ. Όταν όμως έκανε τους υπολογισμούς του, σκόνταψε σε αριθμούς που είχε ξεχάσει. Δεν μπορούσε να χτίση πια – του χρειάζονταν πολλοί αριθμοί. Αλλά πώς ήταν δυνατό να τους βρει σ' αυτό το μοναχικό κελί, που το φώτιζε μόνο μια λάμπα πετρελαίου και όπου δεν μπορούσε να μπει ούτε πουλί πετούμενο; Και ο επιστήμονας άρχισε να παρακαλεί: Κύριε! Εγώ έκανα ό,τι μπορούσα. Βοήθησέ με τώρα! Βοήθησέ με να προχωρήσω!


Εκείνη την εποχή είχε δικαίωμα να παίρνει ένα βιβλίο κάθε δέκα μέρες (ήταν πια μόνος του στο κελί). Στη φτωχική βιβλιοθήκη της φυλακής υπήρχαν μερικές εκδόσεις της «Κόκκινης συναυλίας» του Ντεμιάν Μπέντνι, τις οποίες έφερναν ξανά και ξανά στο κελί. Μισή ώρα μετά την προσευχή του, ήρθαν να αλλάξουν βιβλία και, χωρίς να τον ρωτήσουν, όπως πάντα του πέταξαν ένα ... «Εγχειρίδιον αστροφυσικής»! Από που ερχόταν; Ήταν αδιανόητο πως μπορούσε να υπάρχει τέτοιο βιβλίο στη βιβλιοθήκη! Επειδή προαισθανόταν πως αυτή η συνάντηση θα ήταν σύντομη, ο Κοζίρεφ έπεσε με τα μούτρα στο βιβλίο κι άρχισε να αποτυπώνει στη μνήμη του όσα του χρειάζονταν αμέσως και όσα θα του χρειάζονταν αργότερα. Πέρασαν δύο μέρες, και του έμεναν ακόμα οκτώ, όταν ο διευθυντής της φυλακής έκανε ξαφνικά επιθεώρηση στα κελιά. Το οξύτατο μάτι του τα είδε αμέσως όλα. «Είστε αστρονόμος, έτσι δεν είναι;» «Ναι». «Πάρτε του αυτό το βιβλίο!» Αλλά η μυστηριώδης άφιξη του βιβλίου είχε ήδη ανοίξει τον δρόμο για μια δουλειά που ο Κοζίρεφ τη συνέχισε στο στρατόπεδο του Νορίλσκ.
Τώρα λοιπόν πρέπει να αρχίσουμε ένα κεφάλαιο για την ψυχή που δίνει μάχη με τα κάγκελα.


Μα τι είναι τούτο; ... Το κλειδί του δεσμοφύλακα βροντάει αναιδέστατα στην πόρτα. Κάνει την εμφάνισή του ένας βλοσυρός επόπτης με έναν μακρύ κατάλογο: «Επώνυμο; Όνομα; Άρθρο; Ποινή; Λήξη της ποινής; Ετοιμασθείτε! Με τα πράγματά σας! Γρήγορα!»
Λοιπόν, αδελφάκια, μεταγωγή! Μεταγωγή!... Άγνωστο για που! Κύριε, ευλόγησον! Ίσως εκεί θ' αφήσουμε τα κόκαλά μας!...Να ξέρεις όμως: αν μείνουμε ζωντανοί, θα πούμε τα υπόλοιπα μια άλλη φορά. Στο τέταρτο μέρος. Αν μείνουμε ζωντανοί...


Αλεξάντερ Σολζενίτσιν

ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΓΚΟΥΛΑΓΚ

1918–1956

Δεν υπάρχουν σχόλια: